chaos
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
Ουσιαστικό
- το χάος, η ακαταστασία
Πηγές
- chaos - Cambridge Dictionary online
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 962. ISBN 9780194325684., λήμμα: chaos
Γαλλικά (fr)
Προφορά
Ουσιαστικό
chaos (fr) αρσενικό
Συγγενικά
Πολωνικά (pl)
Προφορά
Ουσιαστικό
chaos (pl) αρσενικό