train track
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
train track | train tracks |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]train track (en)
- η σιδηροτροχιά, τα σιδερένια ράγα