Γιαν Μάγεν
Συντεταγμένες: 70°58′58.8″N 8°32′1.0″W / 70.983000°N 8.533611°W
Το νησί Γιαν Μάγεν | |
Γεωγραφία | |
---|---|
Τοποθεσία | Αρκτικό Ωκεανό |
Έκταση | 377 km² |
Υψόμετρο | 2.277 μ |
Υψηλότερη κορυφή | Μπέερενμπεργκ |
Χώρα | |
Κομητεία | Νόρντλαντ |
Μεγαλύτερη πόλη | Ολόνκινμπιουεν |
Σχετικά πολυμέσα |
Το Γιαν Μάγεν[1] (ορθή προφορά Γιαν Μάιεν) είναι ηφαιστειογενές νησί της Νορβηγίας, που βρίσκεται στον Αρκτικό Ωκεανό μήκους 55 χλμ. και έκτασης 377 τ.χλμ., καλυμμένο εν μέρει από παγετώνες (σε έκταση 114,2 τ.χλμ. γύρω από το ηφαίστειο Μπέερενμπεργκ. Αποτελείται από δύο τμήματα: το μεγαλύτερο βορειοανατολικό Νορντ-Γιαν και το μικρότερο νοτιοδυτικό Σερ-Γιαν, που συνδέονται με ένα ισθμό πλάτους 2,5 χλμ. Βρίσκεται 600 χλμ. βορειοανατολικά της Ισλανδίας, 500 χλμ. ανατολικά της κεντρικής Γροιλανδίας και 1.000 χλμ. δυτικά του Βόρειου Ακρωτηρίου της Νορβηγίας. Το νησί είναι ορεινό με υψηλότερη κορυφή το ηφαίστειο Μπέερενμπεργκ στον βορρά. Στον ισθμό βρίσκονται οι δύο μεγαλύτερες λίμνες του νησιού, η Σέρλαγκουνα (Νότια Λίμνη) και η Νόρντλαγκουνα (Βόρεια Λίμνη). Μία τρίτη λίμνη ονομάζεται Ούλερενγκλαγκουνα (Λίμνη Ούλερενγκ). Διοικητικά ανήκει στη Νορβηγία. Οικονομικά δεν έχει πλουτοπαραγωγικούς πόρους και η οικονομία του στηρίζεται στην παροχή υπηρεσιών (κυρίως στον μετεωρολογικό σταθμό τον οποίο διαθέτει).
Φυσικοί πόροι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το νησί Γιαν Μάγεν έχει μόνο ένα εκμεταλλεύσιμο φυσικό πόρο, τα βότσαλα από τη θέση Τρόνγκσκαρετ. Πέραν αυτού η οικονομική δραστηριότητα περιορίζεται στην παροχή υπηρεσιών στους εργαζόμενους στον τηλεπικοινωνιακό και μετεωρολογικό σταθμό της Νορβηγίας στο νησί. Το Γιαν Μάγεν διαθέτει ένα μικρό χωμάτινο αεροδρόμιο μήκους 1.585 μέτρων. Οι μήκους 124,1 χλμ. ακτές δεν έχουν λιμάνια αλλά μόνο αγκυροβόλια στα ανοικτά.
Υπάρχουν σημαντικά αλιευτικά αποθέματα και η ύπαρξη του Γιαν Μάγεν δημιουργεί γύρω του μια μεγάλη αποκλειστική οικονομική ζώνη. Μια διένεξη μεταξύ Νορβηγίας και Δανίας σχετικά με την αποκλειστική ζώνη αλιείας μεταξύ Γιαν Μάγεν και Γροιλανδίας επιλύθηκε το 1988, παραχωρώντας στη Δανία τη μεγαλύτερη έκταση κυριαρχίας. Από γεωλόγους πιθανολογείται η ύπαρξη σημαντικών κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου κάτω από τον βυθό γύρω από το Γιαν Μάγεν.
Καθεστώς
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το νησί Γιαν Μάγεν ανήκει στο Βασίλειο της Νορβηγίας. Από το 1995 διοικείται από τον περιφερειάρχη (fylkesmann) της πλησιέστερης σε αυτό περιφέρειας της βόρειας Νορβηγίας Νόρντλαντ. Εντούτοις κάποιες αρμοδιότητες επί του Γιαν Μάγεν έχουν παραχωρηθεί στον διοικητή του σταθμού του Οργανισμού Νορβηγικής Αμυντικής Μέριμνας, κλάδου των Νορβηγικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Κοινωνία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι μόνιμοι κάτοικοι του νησιού είναι το προσωπικό που εργάζεται για τις Νορβηγικές Ένοπλες Δυνάμεις και το Νορβηγικό Μετεωρολογικό Ινστιτούτο. Τον χειμώνα ζουν στο νησί 18 άτομα, αλλά ο πληθυσμός μπορεί σχεδόν να διπλασιαστεί (35) το καλοκαίρι, οπότε γίνεται η βασική συντήρηση. Το προσωπικό υπηρετεί έξι μήνες ή ένα χρόνο και αντικαθίσταται δύο φορές τον χρόνο, τον Απρίλιο και τον Οκτώβριο. Το πλήρωμα υποστήριξης, που περιλαμβάνει μηχανικούς, μάγειρες και νοσοκόμο ανήκει στο στρατιωτικό προσωπικό. Τόσο ο ραδιομεταδότης όσο και ο μετεωρολογικός σταθμός βρίσκονται σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από τον οικισμό Ολόνκινμπιεν, που σημαίνει "πόλη του Ολόνκιν" (προς τιμήν του εξερευνητή Γκενάντι Ολόνκιν), όπου ζει το προσωπικό.
Μεταφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η μεταφορά στο νησί γίνεται με στρατιωτικά μεταφορικά αεροπλάνα C-130 της Νορβηγικής Βασιλικής Αεροπορίας, που προσγειώνονται στον χωμάτινο αεροδιάδρομο. Τα αεροπλάνα ξεκινούν από την Αεροπορική Βάση του Μπόντε οκτώ φορές τον χρόνο. Καθώς το αεροδρόμιο δεν έχει υποδομές με όργανα προσγείωσης, είναι απαραίτητη η καλή ορατότητα και δεν είναι σπάνιο τα αεροπλάνα να αναγκάζονται να επιστρέψουν στο Μπόντε (δύο ώρες μακριά) χωρίς να προσγειωθούν. Για βαρειές προμήθειες έρχονται φορτηγά πλοία το καλοκαίρι, αλλά καθώς δεν υπάρχουν λιμάνια τα πλοία πρέπει να αγκυροβολήσουν μακριά από την ακτή.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ανεπιβεβαίωτες "ανακαλύψεις" μιας terra nullius
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μεταξύ του πέμπτου και του ενάτου αιώνα (400-900) μ.Χ. πολυάριθμες κοινότητες μοναχών από την Ιρλανδία διέπλεαν όλο τον βόρειο Ατλαντικό με δερμάτινα σκάφη, εξερευνώντας και μερικές φορές εγκαθιστάμενοι σε μακρινά νησιά, όπου οι μοναστικές κοινότητες τους μπορούσαν να αποφεύγουν τη στενή επαφή με άλλους. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις της παρουσίας τους στις Νήσους Φερόες και την Ισλανδία πριν από την άφιξη των Βίκινγκ και τα μεσαιωνικά χρονικά, όπως το διάσημο Ταξίδι του Αγίου Μπρένταν του Ηγούμενου, μαρτυρούν το έντονο ενδιαφέρον για εξερεύνηση εκείνη την εποχή. Ένα σύγχρονο διατλαντικό ταξίδι απέδειξε την ικανότητα των παλιών θαλασσοπόρων να φτάσουν από την Ιρλανδία σε όλες τις περιοχές του Βόρειου Ατλαντικού, ακόμη και μακρύτερα από το Γιαν Μάγεν - και, δεδομένου του ευνοϊκού ανέμου, με ταχύτητα περίπου ίση με αυτή των σύγχρονων σκαφών.[2] Αν και πλήρως εφικτό, δεν υπάρχει ωστόσο άμεσο φυσικό ίχνος μεσαιωνικής αποβίβασης ή εγκατάστασης στο Γιαν Μάγεν.
Ο τόπος που ονομάζεται Svalbarð ("ψυχρή ακτή") από τους Βίκινγκ στο παλιό μεσαιωνικό Βιβλίο του Αποικισμού μπορεί να ήταν το Γιαν Μάγεν (αντί της Σπιτσβέργης, που μετονομάστηκε σε Σβάλμπαρντ από τους Νορβηγούς τα νεότερα χρόνια). Η απόσταση από την Ισλανδία έως το Svalbarð που αναφέρεται σε αυτό το βιβλίο είναι ιστιοπλοΐα δύο ημερών (με ευνοϊκούς ανέμους), συμβατή με τα 550 χλμ. περίπου έως το Γιαν Μάγεν και όχι με τουλάχιστον 1.550 χλμ. έως τη Σπιτσβέργη.[3] Ωστόσο όσο γνωστό κι αν ήταν το Γιαν Μάγεν στην Ευρώπη εκείνη την εποχή, στη συνέχεια ξεχάστηκε για μερικούς αιώνες.
Τον 17ο αιώνα υπήρξαν πολλοί ισχυρισμοί επανανακάλυψης του νησιού, που προκλήθηκαν από τον ανταγωνισμό στις περιοχές φαλαινοθηρίας της Αρκτικής και το νησί έλαβε πολλά ονόματα. Σύμφωνα με τον Tόμας Ετζ, καπετάνιο φαλαινοθηρικού των αρχών του 17ου αιώνα, που όμως ήταν συχνά ανακριβής, ο "Ουίλιαμ Χούντσον" ανακάλυψε το νησί το 1608 και του έδωσε το όνομά του. Ωστόσο ο Χούντσον θα μπορούσε να είχε έρθει μόνο με το ταξίδι του το 1607 (αν είχε κάνει μια παράλογη λοξοδρόμηση) και δεν έκανε καμία αναφορά στο ημερολόγιό του[3]. Ο Ντάγκλας Χάντερ, στο Μισό φεγγάρι (2009), αναφέρει ότι ο Χούντσον μπορεί να μην ανέφερε την υποτιθέμενη ανακάλυψη του νησιού επειδή «δεν ήθελε να προκαλέσει μια εξέγερση του πληρώματος που θα μπορούσε να είχε ξεσπάσει εκείνη την εποχή, αν οι άντρες του συνειδητοποιούσαν πού προσπαθούσε να τους πάει." Αυτό ωστόσο είναι απλή εικασία του Χάντερ και δεν υπάρχει απολύτως κανένα στοιχείο για να υποστηριχθεί ένας τέτοιος ισχυρισμός.
Σύμφωνα με τον Γουίλιαμ Σκόρσμπι (1820: σελ. 154), που αναφέρεται στη λανθασμένη πεποίθηση ότι οι Ολλανδοί είχαν ανακαλύψει το νησί το 1611, φαλαινοθήρες από το Χαλ ανακάλυψαν το νησί «περίπου την ίδια εποχή» και το ονόμασαν «Νησί της Τριάδας». Ο Μούλλερ (1874: σελ. 190-191) εξέλαβε ότι έφτασαν στο Γιαν Μάγεν το 1611 ή το 1612, πράγμα που επανέλαβαν πολλοί μεταγενέστεροι συγγραφείς. Στην πραγματικότητα δεν υπήρχαν φαλαινοθήρες στο Χαλ εκείνες τις χρονιές, καθώς η πρώτη φαλαινοθηρική αποστολή από το Χαλ είχε σταλεί στο νησί μόλις το 1616 (βλ. παρακάτω). Όπως και με τους προηγούμενους ισχυρισμούς του Ετζ, δεν υπάρχει χαρτογραφική ή γραπτή απόδειξη για αυτή την υποτιθέμενη ανακάλυψη[4].
Το Γιαν Μάγεν κατά τη διάρκεια της Χρυσής Εποχής των Ολλανδικών εξερευνήσεων και ανακαλύψεων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πρώτες επαληθευμένες ανακαλύψεις: χαρτογράφηση και ονομασία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι πρώτες επιβεβαιωμένες ανακαλύψεις του Γιαν Μάγεν, με τρεις ξεχωριστές αποστολές, έλαβαν χώρα το καλοκαίρι του 1614, πιθανώς μέσα σε ένα μήνα. Ο Ολλανδός Φοπ Γκέριτς, ενώ διηύθυνε μια φαλαινοθηρική επιχείρηση σταλμένος από τον Άγγλο Τζον Κλαρκ από τη Δουνκέρκη, ισχυρίστηκε (το 1631) ότι ανακάλυψε το νησί στις 28 Ιουνίου και το ονόμασε "Ισαβέλλα".[4][5][6] Τον Ιανουάριο η Noordsche Compagnie (Βόρεια Εταιρεία), στα πρότυπα της Ολλανδικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών, ιδρύθηκε για να υποστηρίξει τη φαλαινοθηρία των Ολλανδών στην Αρκτική. Δύο από τα πλοία της, που χρηματοδοτήθηκαν από εμπόρους από το Άμστερνταμ και το Ενκχάιζεν, έφτασαν στο Γιαν Μάγεν τον Ιούλιο του 1614. Οι πλοίαρχοι αυτών των πλοίων - Γιαν Γιάκομπσον Μάι βαν Σχέλινκαουτ του Gouden Cath (Χρυσή Γάτα) και Γιάκομπ ντε Χάουβενερ στο Orangienboom (Πορτοκαλιά) το ονόμασαν Mr. Joris Eylant από τον Ολλανδό χαρτογράφο Γιόρις Κάρολους που ήταν στο πλοίο και χαρτογράφησε το νησί. Οι πλοίαρχοι αναγνώρισαν ότι ένα τρίτο ολλανδικό πλοίο, το Cleyn Swaentgen (Μικρός Κύκνος) με πλοίαρχο τον Γιαν Γιανς Κέρκοφ και χρηματοδότηση από τους μετόχους της Noordsche Compagnie από το Ντελφτ, είχε ήδη φτάσει στο νησί όταν έφθασαν εκείνοι. Είχαν υποθέσει ότι ο τελευταίος, ο οποίος ονόμασε το νησί Maurits Eylandt (ή Μαυρίκιος) από τον Μαυρίκιο του Νάσσαου, Πρίγκιπα της Οράγγης θα ανέφερε την ανακάλυψή του στο Ολλανδικό Κοινοβούλιο. Ωστόσο οι έμποροι από το Ντελφτ αποφάσισαν να διατηρήσουν το μυστικό της ανακάλυψης και επέστρεψαν το 1615 για φαλαινοθηρία για ίδιο όφελος. Η διένεξη που ακολούθησε διευθετήθηκε μόλις το 1617, αν και οι δύο εταιρείες είχαν εν τω μεταξύ τη δυνατότητα φαλαινοθηρίας στο Γιαν Μάγεν.[4]
Το 1615 αποβιβάσθηκε ο Άγγλος φαλαινοθήρας Ρόμπερτ Φόδερμπι. Σκεπτόμενος προφανώς ότι είχε κάνει μια νέα ανακάλυψη, ονόμασε το νησί "Νησί του Σερ Τόμας Σμιθ" και το ηφαίστειο "Μάουντ Χάκλοϊτ".[3][7] Σε χάρτη του 1634 ο Ζαν Βρολίκ μετονόμασε το νησί Ιλ ντε Ρισελιέ, γαλ. Île de Richelieu'.[8]
Το Γιαν Μάγεν πρωτοεμφανίστηκε στην έκδοση του 1620 του χάρτη της Ευρώπης του Βίλεμ Μπλάου, αρχικά εκδοθέντα από τον Κορνέλις Ντετζ το 1606. Ο Μπλάου, που ζούσε στο Άμστερνταμ, το ονόμασε "Γιαν Μάγεν" από τον πλοίαρχο Γιαν Γιάκομπσον Μάι του Gouden Cath. Ο Μπλάου έκανε τον πρώτο αναλυτικό χάρτη του νησιού στον περίφημό του άτλαντα «Zeespiegel» του 1623, καθιερώνοντας το σημερινό του όνομα.[4]
Ολλανδική φαλαινοθηρική βάση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από το 1615 έως το 1638 το Γιαν Μάγεν χρησιμοποιήθηκε ως φαλαινοθηρική βάση από την Ολλανδική Noordsche Compagnie, που είχε το μονοπώλιο της φαλαινοθηρίας στις περιοχές της Αρκτικής από το Κοινοβούλιο το 1614. Μόνο δύο πλοία, το ένα της Noordsche Compagnie και το άλλο των εμπόρων του Ντελφτ ήταν ανοιχτά του Γιαν Μάγεν το 1615. Την επόμενη χρονιά εστάλησαν στο νησί αρκετά σκάφη. Η Noordsche Compagnie έστειλε οκτώ πλοία συνοδευόμενα από τρία πολεμικά πλοία υπό τον Γιαν Γιάκομπσον Σχρόμποπ, ενώ οι έμποροι του Ντελφτ έστειλαν πέντε πλοία υπό τον Αντριαν Ντίρκσον Λέβερσταϊν, γιο ενός από τους εμπόρους.[9] Υπήρχαν επίσης δύο πλοία από τη Δουνκέρκη, που έστειλε ο Τζον Κλαρκ, καθώς και ένα πλοίο από το Λονδίνο και ένα από το Χαλ.
Ο Χέερτγε Γιαντς, καπετάνιος του Hope από το Ενκχάιζεν, έγραψε μια καθημερινή αναφορά της εποχής. Τα πλοία χρειάστηκαν δύο εβδομάδες για να φτάσουν στο Γιαν Μάγεν στις αρχές Ιουνίου. Στις 15 Ιουνίου συνάντησαν τα δύο αγγλικά πλοία, στα οποία ο Σχρόμποπ επέτρεψε να παραμείνουν, υπό την προϋπόθεση να δώσουν τη μισή ψαριά τους στα ολλανδικά.[10] Οι ίδιοι όροι τέθηκαν στα πλοία από τη Δουνκέρκη. Στα τέλη Ιουλίου το πρώτο πλοίο έφυγε με πλήρες φορτίο φαλαινελαίου, ενώ τα υπόλοιπα έφυγαν στις αρχές Αυγούστου, μερικά γεμάτα με φαλαινέλαιο.[11]
Εκείνη τη χρονιά 200 άνδρες ζούσαν και εργάζονταν εποχιακά στο νησί σε έξι προσωρινούς φαλαινοθηρικούς σταθμούς (κατά μήκος της βορειοδυτικής ακτής). Την πρώτη δεκαετία της φαλαινοθηρίας περισσότερα από δέκα πλοία επισκέπτονταν το Γιαν Μάγεν κάθε χρόνο, ενώ τη δεύτερη περίοδο (1624 και αργότερα) στέλνονταν πέντε έως δέκα πλοία. Το 1624 χτίστηκαν δέκα ξύλινα σπίτια στο Ζούιντμπαϊ. Αυτή την περίοδο οι Ολλανδοί φαίνεται να είχαν εγκαταλείψει τους προσωρινούς σταθμούς, που αποτελούνταν από σκηνές από καραβόπανο και στοιχειώδεις φούρνους, αντικαθιστώντας τους με δύο ημιμόνιμους σταθμούς με ξύλινες αποθήκες και κατοικίες και μεγάλους φούρνους από τούβλα, έναν στο προαναφερθέν Ζούιντμπαϊ και τον άλλο στον βόρειο κόλπο. Το 1628 κατασκευάστηκαν δύο οχυρά για την προστασία των σταθμών[4]. Μεταξύ των ναυτικών που δραστηριοποιούντο στο Γιαν Μάγεν ήταν ο μεταγενέστερα ναύαρχος Μιχίλ Άντριανσον ντε Ράουτερ, που το 1633 σε ηλικία 26 ετών για πρώτη φορά ενεγράφη ως αξιωματικός στο πλοίο de Groene Leeuw (Πράσινος Λέων) και ξαναπήγε στο Γιαν Μάγεν το 1635 με το ίδιο πλοίο.
Το 1632 η Noordsche Compagnie έδιωξε τους, απασχολούμενους στους Δανούς, Βάσκους φαλαινοθήρες από τη Σπιτσβέργη. Σε αντίποινα οι τελευταίοι έπλευσαν στο Γιαν Μάγεν, όταν οι Ολλανδοί είχαν φύγει τον χειμώνα, για να λεηλατήσουν τον ολλανδικό εξοπλισμό και να κάψουν τους οικισμούς και τους εμπορικούς σταθμούς. Ο καπετάνιος Όουτχερ Γιάκομπς από το Γκρούτεμπρεκ κλήθηκε να παραμείνει τον επόμενο χειμώνα (1633/34) στο Γιαν Μάγεν με έξι ναυτικούς για να υπερασπιστεί το νησί. Ενώ μια ομάδα με το ίδιο καθήκον επέζησε τον χειμώνα στη Σπιτσβέργη και οι επτά στο Γιαν Μάγεν πέθαναν από σκορβούτο ή τριχίνωση (από την κατανάλωση ωμού κρέατος πολικών αρκούδων) σε συνδυασμό με τις σκληρές συνθήκες.
Κατά την πρώτη φάση της φαλαινοθηρίας το αποτέλεσμα ήταν γενικά καλό, μερικές φορές εξαιρετικό. Για παράδειγμα ο Μάτις Γιάνσον Χέπστοκ έπιασε 44 φάλαινες στο Χέπστοκμπουκτα το 1619, από τις οποίες παρήγαγε 2300 βαρέλια φαλαινελαίου. Κατά τη δεύτερη φάση οι αποδόσεις ήταν πολύ χαμηλότερες. Ενώ το 1631 αποδείχθηκε μια πολύ καλή εποχή, το επόμενο έτος, λόγω του καιρού και του πάγου, πιάστηκαν μόνο οχτώ φάλαινες. Το 1633 ένδεκα πλοία κατάφεραν να πιάσουν μόλις 47 φάλαινες. ενώ ακόμα λιγότερες (42) ο ίδιος αριθμός πλοίων το 1635.[4] Η φάλαινα μυστακοκήτος κυνηγήθηκε τοπικά σχεδόν μέχρι εξαφάνισης γύρω στο 1640 (περίπου 1000 είχαν σκοτωθεί και υποστεί επεξεργασία στο νησί), οπότε το Γιαν Μάγεν εγκαταλείφθηκε και παρέμεινε ακατοίκητο για δυόμισι αιώνες.
19ος και 20ός αιώνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά το Διεθνές Πολικό Έτος 1882-1883 η Αυστροουγγρική Αποστολή στον Βόρειο Πόλο παρέμεινε ένα έτος στο Γιαν Μάγεν. Η αποστολή πραγματοποίησε εκτεταμένη χαρτογράφηση της περιοχής, με τους χάρτες τους να έχουν τέτοια ποιότητα, που χρησιμοποιούντο μέχρι τη δεκαετία του 1950. Ο Αυστριακός πολικός σταθμός στο νησί Γιαν Μάγεν κατασκευάσθηκε και εξοπλίστηκε το 1882 πλήρως με έξοδα του Κόμη Βίλτσεκ.
Πολικές αρκούδες εμφανίζονται στο Γιαν Μάγεν,[12] αν και σε μειωμένους αριθμούς σε σύγκριση με παλαιότερες εποχές. Μεταξύ 1900 και 1920 υπήρχαν αρκετοί Νορβηγοί κυνηγοί που περνούσαν τον χειμώνα στο Γιαν Μάγεν, κυνηγώντας αρκτικές αλεπούδες καθώς και μερικές πολικές αρκούδες. Αλλά η υπερεκμετάλλευση σύντομα έκανε τα κέρδη να μειωθούν και το κυνήγι σταμάτησε. Οι πολικές αρκούδες είναι γενετικά διαφορετικές σε αυτήν την περιοχή της Αρκτικής από εκείνες που ζουν αλλού.[13]
Η Κοινωνία των Εθνών παραχώρησε στη Νορβηγία δικαιοδοσία για το νησί και το 1921 η Νορβηγία άνοιξε εκεί τον πρώτο μετεωρολογικό σταθμό.[14] Το 1926 το σύνολο του νησιού προσαρτήθηκε στη Νορβηγία, όταν ο Χόλβαρντ Ντέβολντ ήταν επικεφαλής της βάσης καιρικών παρατηρήσεων του νησιού. Στις 27 Φεβρουαρίου του 1930 το νησί έγινε Ντε γιούρε τμήμα του Βασίλειου της Νορβηγίας.
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η ηπειρωτική Νορβηγία δέχθηκε εισβολή και καταλήφθηκε από τη Γερμανία την άνοιξη του 1940. Η τετραμελής ομάδα στο Γιαν Μάγεν παρέμεινε στη θέση της και σε μια πράξη ανυπακοής άρχισε να στέλνει τις εκθέσεις της για τον καιρό στο Ηνωμένο Βασίλειο αντί της Νορβηγίας. Οι Βρετανοί έδωσαν στο Γιαν Μάγεν το κωδικό όνομα 'Island X' και προσπάθησαν να το ενισχύσουν με στρατεύματα για να αντιμετωπίσει τυχόν γερμανική επίθεση. Το νορβηγικό περιπολικό σκάφος Fridtjof Nansen προσέκρουσε στο Νανσεφλούα, έναν από τους πολλούς αχαρτογράφητους υφάλους λάβας του νησιού και το 68μελές πλήρωμα εγκατέλειψε το πλοίο και εντάχθηκε στη νορβηγική ομάδα στην ακτή. Ο Βρετανός διοικητής της αποστολής μετά την απώλεια της κανονιοφόρου αποφάσισε να εγκαταλείψει το Γιαν Μάγεν μέχρι την επόμενη άνοιξη και κάλεσε για ένα σκάφος διάσωσης. Μέσα σε λίγες μέρες ένα πλοίο έφτασε και απομάκρυνε τους τέσσερις Νορβηγούς και τις ενισχύσεις τους μετά τη διάλυση του μετεωρολογικού σταθμού για να αποφευχθεί η πτώση του στα χέρια των Γερμανών. Οι Γερμανοί προσπάθησαν να αποβιβάσουν μια μετεωρολογική ομάδα στο νησί στις 16 Νοεμβρίου 1940. Το γερμανικό πλοίο που τη μετέφερε συνετρίβη στα βράχια λίγο έξω από το Γιαν Μάγεν μετά τον εντοπισμό του με ραντάρ από ένα βρετανικό αντιτορπιλικό που περιπολούσε. Αυτό δεν ήταν τυχαίο δεδομένου ότι το γερμανικό σχέδιο είχε γίνει αντιληπτό από την αρχή από τους βρετανικούς ασύρματους σταθμούς της Υπηρεσίας Ασφάλειας Ραδιοεπικοινωνιών, που παρακολουθούσαν τις ανακοινώσεις της Άμπβερ (Γερμανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών) σχετικά με την επιχείρηση και το αντιτορπιλικό καραδοκούσε[15]. Το μεγαλύτερο μέρος του πληρώματος βγήκε στην ξηρά και συνελήφθη από μια αποβατική ομάδα από το αντιτορπιλικό[14].
Οι Σύμμαχοι επέστρεψαν στο νησί στις 10 Μαρτίου 1941, όταν το νορβηγικό πλοίο Veslekari, συνοδευόμενο από το περιπολικό σκάφος Honningsvåg, αποβίβασε στο νησί 12 Νορβηγούς μετεωρολόγους. Οι ραδιοφωνικές μεταδόσεις της ομάδας πρόδωσαν σύντομα την παρουσία τους στον Άξονα και γερμανικά αεροπλάνα από τη Νορβηγία άρχισαν να βομβαρδίζουν το Γιαν Μάγεν όποτε το επέτρεπαν οι καιρικές συνθήκες, αν και προξένησαν μικρές ζημιές. Σύντομα έφθασαν προμήθειες και ενισχύσεις, ακόμα και μερικά αντιαεροπορικά όπλα, παρέχοντας στο νησί μια φρουρά μερικών δεκάδων μετεωρολόγων και στρατιωτών. Μέσα στο 1941 η Γερμανία εγκατέλειψε την ελπίδα να εκδιώξει τους Συμμάχους από το νησί και οι συνεχείς αεροπορικές επιδρομές σταμάτησαν.
Στις 7 Αυγούστου 1942 ένα Γερμανικό Focke-Wulf Fw 200 "Condor", πιθανότατα σε αποστολή βομβαρδισμού του σταθμού, συνετρίβη λόγω της ομίχλης στην κοντινή βουνοπλαγιά του Ντανιλσενκράτερετ, με απώλεια και των εννέα μελών του πληρώματος. Το 1950 η πτώση ενός άλλου γερμανικού αεροπλάνου με τετραμελές πλήρωμα ανακαλύφθηκε στη νοτιοδυτική πλευρά του νησιού. Το 1943 οι Αμερικανοί εγκατέστησαν ένα σταθμό ραδιοεντοπισμού, ονόματι Ατλάντικ Σίτυ στον βορρά για τον εντοπισμό των γερμανικών βάσεων ραντάρ στη Γροιλανδία.
Μετά τον πόλεμο ο μετεωρολογικός σταθμός τοποθετήθηκε στο Ατλάντικ Σίτυ, αλλά μετακόμισε το 1949 σε νέα θέση. Το Ράδιο Γιαν Μάγεν χρησίμευσε επίσης ως σημαντικός ραδιοφωνικός σταθμός για την κυκλοφορία των πλοίων στον Αρκτικό Ωκεανό. Το 1959 το ΝΑΤΟ αποφάσισε να κατασκευάσει το δίκτυο LORAN-C στον Ατλαντικό Ωκεανό και ένας από τους πομπούς επρόκειτο να είναι στο Γιαν Μάγεν. Το 1961 οι νέες στρατιωτικές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένου ενός νέου αεροδρομίου, λειτουργούσαν.
Για κάποιο χρονικό διάστημα οι επιστήμονες αμφέβαλλαν αν μπορούσε να υπάρξει κάποια δραστηριότητα στο ηφαίστειο Μπέερενμπεργκ, αλλά το 1970 το ηφαίστειο εξερράγη και πρόσθεσε άλλα 3 χλμ. μάζας εδάφους στο νησί κατά τις τρεις έως τέσσερις εβδομάδες της δραστηριότητάς του. Έκανε περισσότερες εκρήξεις το 1973 και το 1985. Κατά τη διάρκεια μιας έκρηξης η θερμοκρασία της θάλασσας γύρω από το νησί μπορεί να αυξηθεί από ακριβώς πάνω από τους 0° στους περίπου 30° C.
Περιβάλλον
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Καταφύγιο άγριας ζωής
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ένας κανονισμός που χρονολογείται από το 2010 καθιστά το νησί καταφύγιο άγριας ζωής υπό νορβηγική δικαιοδοσία[16]. Στόχος αυτού του κανονισμού είναι να εξασφαλίσει τη διατήρηση ενός παρθένου νησιού της Αρκτικής και της θαλάσσιας ζωής γύρω του, συμπεριλαμβανομένου του βυθού του ωκεανού. Οι αποβιβάσεις στο Γιαν Μάγεν μπορούν να γίνουν με πλοίο. Ωστόσο αυτό επιτρέπεται μόνο σε ένα μικρό μέρος του νησιού, το Båtvika. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει καμμία εμπορική αεροπορική εταιρεία που να λειτουργεί στο νησί, δεν μπορεί να φτάσει κανείς εκεί με αεροπλάνο, παρά μόνο με τσάρτερ. Η άδεια προσγείωσης πτήσης τσάρτερ πρέπει να εξασφαλιστεί εκ των προτέρων. Η άδεια διαμονής στο νησί πρέπει να λαμβάνεται εκ των προτέρων και γενικά περιορίζεται σε λίγες μέρες (ή ακόμα και ώρες). Η τοποθέτηση σκηνής ή η εγκατάσταση κατασκήνωσης απαγορεύεται. Υπάρχει ξεχωριστός κανονισμός για τη διαμονή αλλοδαπών[17]
.
Γεωγραφία και γεωλογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Γιαν Μάγεν αποτελείται από δύο γεωγραφικά διακριτά μέρη. Το Noρντ-Γιαν (βόρειο) έχει στρογγυλό σχήμα και κυριαρχείται από το ύψους 2.277 μ. ηφαίστειο Μπέερενμπεργκ με το μεγάλο του παγοκάλυμμα (114,2 τ.χλμ.), που μπορεί να χωριστεί σε είκοσι μεμονωμένους παγετώνες. Ο μεγαλύτερος από αυτούς είναι ο Σέρμπρεεν, με έκταση 15 τ.χλμ. και μήκος 8,7 χλμ. Το Σερ-Γιαν (νότιο) είναι στενό, συγκριτικά επίπεδο και χωρίς παγετώνες. Το υψηλότερο σημείο του είναι το Ρούντολφτοπεν στα 769 μ. Ο σταθμός και τα καταλύματα διαβίωσης βρίσκονται στο Σερ-Γιαν. Το νησί βρίσκεται στο βόρειο άκρο της ομώνυμης Μικροηπείρου. Η μικροήπειρος ήταν αρχικά μέρος της Πλάκας της Γροιλανδίας, αλλά τώρα αποτελεί μέρος της Ευρασιατικής Πλάκας.
Περιοχή Σημαντικών Πτηνών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το νησί αναγνωρίστηκε από την BirdLife International ως Περιοχή Σημαντικών Πτηνών, επειδή είναι τόπος αναπαραγωγής για μεγάλο αριθμό θαλάσσιων πτηνών, υποστηρίζοντας 152.000-448.000 ζεύγη προστατευομένων ειδών.[18]
Κλίμα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Γιαν Μάγεν έχει υπερωκεάνειο πολικό κλίμα, παρόμοιο με της Γροιλανδίας και του Σβάλμπαρντ, με Κλιματική ταξινόμηση Κέππεν ET. Η ισχυρή επιρροή του Ρεύματος του Κόλπου κάνει τις εποχιακές μεταβολές της θερμοκρασίας εξαιρετικά μικρές λαμβάνοντας υπόψη το γεωγραφικό πλάτος του νησιού, από 6 ° C τον Αύγουστο έως -6 ° C τον Φεβρουάριο, αλλά και το νησί πολύ συννεφιασμένο με λίγη ηλιοφάνεια ακόμη και κατά τη διάρκεια της συνεχούς πολικής ημέρας. Η βαθιά χιονοκάλυψη εμποδίζει την ανάπτυξη μόνιμα παγωμένου εδάφους παρά τη μικρή μέση ετήσια θερμοκρασία, που είναι ελαφρά χαμηλότερη του μηδενός.
Κλιματικά δεδομένα Γιαν Μάγεν (1961-1990, ακρότατα 1921-σήμερα) | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Υψηλότερη Μέγιστη °C (°F) | 9.5 | 10.0 | 8.0 | 10.3 | 11.3 | 18.1 | 15.0 | 15.7 | 13.4 | 15.0 | 10.0 | 12.3 | 18,1 |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | −3 | −3.3 | −3.5 | −1.4 | 1.2 | 4.1 | 6.4 | 6.9 | 4.5 | 1.9 | −1 | −2.7 | 0,8 |
Μέση Μηνιαία °C (°F) | −5.7 | −6.1 | −6.1 | −3.9 | −0.7 | 2.0 | 4.2 | 4.9 | 2.8 | 0.1 | −3.3 | −5.2 | −1,4 |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | −8.4 | −9 | −8.5 | −6 | −2.2 | 0.5 | 2.7 | 3.5 | 1.3 | −1.7 | −5.4 | −7.7 | −3,4 |
Χαμηλότερη Ελάχιστη °C (°F) | −26.9 | −28.4 | −26.8 | −21.4 | −12 | −5.1 | −3.2 | −2.3 | −5.2 | −18 | −19.5 | −24.2 | −28,4 |
Υετός mm (ίντσες) | 56 | 53 | 55 | 40 | 40 | 37 | 47 | 61 | 82 | 82 | 65 | 65 | 683 |
% υγρασίας | 83 | 83 | 84 | 83 | 85 | 87 | 89 | 87 | 83 | 83 | 81 | 82 | 84,2 |
Μέσες ημέρες κατακρημνίσεων (≥ 1 mm) | 12.6 | 11.1 | 12.1 | 9.1 | 7.6 | 7.6 | 9.2 | 11.1 | 13.3 | 14.6 | 12.9 | 13.0 | 134,2 |
Μέσες μηνιαίες ώρες ηλιοφάνειας | 0 | 28 | 62 | 120 | 149 | 150 | 124 | 93 | 60 | 31 | 0 | 0 | 817 |
Πηγή #1: Νορβηγικό Μετεωρολογικό Ινστιτούτο[19] | |||||||||||||
Πηγή #2: The Weather Network (υγρασία),[20] World Climate data (ώρες ηλιοφάνειας)[21] |
Διοίκηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Διοικητής του Σταθμού του νησιού (Stasjonssjef) από τις 8 Απριλίου 2013 είναι ο Νορβηγός Χάλφαρντ Γιάκομπσεν (Hallvard Jacobsen).
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Berulfsen, Bjarne (1969). Norsk Uttaleordbok (στα Νορβηγικά). Oslo: H. Aschehoug & Co (W Nygaard). σελ. 157.
- ↑ Severin, Tim (2000), The Brendan Voyage, Random House
- ↑ 3,0 3,1 3,2 J. M. Wordie (1922), "Jan Mayen Island", The Geographical Journal Vol 59 (3), pp. 180–194
- ↑ 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 Louwrens Hacquebord, "The Jan Mayen Whaling Industry" in Jan Mayen Island in Scientific Focus, Stig Skreslet, editor, Springer Verlag 2004
- ↑ Holland, Clive (1994). Arctic Exploration and Development, c. 500 B.C. to 1915: an encyclopedia. New York: Garland.
- ↑ Hart, S. De eerste Nederlandse tochten ter walvisvaart (1957), p. 50. Hart says it occurred in 1613.
- ↑ Alexander King, J. N. Jennings: The Imperial College Expedition to Jan Mayen Island. The Geographical Journal, Vol. 94, No. 2 (Aug 1939), pp. 115-131
- ↑ Among others: Henrat, P. 1984. French Naval Operations in Spitsbergen During Louis XIV’s Reign. Arctic 37: 544-551, p.544. Conway, William Martin (1906). No Man's Land: A History of Spitsbergen from Its Discovery in 1596 to the Beginning of the Scientific Exploration of the Country. Cambridge, At the University Press, p. 79. He called it "Pico" according to Dalgård, Sune (1962). Dansk-Norsk Hvalfangst 1615-1660: En Studie over Danmark-Norges Stilling i Europæisk Merkantil Expansion. G.E.C Gads Forlag, p.160
- ↑ Samuel Muller. 1874. Geschiedenis van de Noordsche Compagnie. Gebr van der Post.
- ↑ Sune Dalgård. 1962. Dansk-Norsk Hvalfangst 1615-1660: En Studie over Danmark-Norges Stilling i Europæisk Merkantil Expansion. G.E.C Gads Forlag.
- ↑ «Journaal van schipper Heertgen Jansz d anno 1616» (στα Ολλανδικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 11 Ιουλίου 2012.
- ↑ Michael Jones and Kenneth Olwig. 2008. Nordic Landscapes: Region and Belonging on the Northern Edge of Europe, University of Minnesota Press, (ISBN 0-8166-3914-0), (ISBN 978-0-8166-3914-4)
- ↑ Hogan, C. Michael (2008). Stromberg, N, επιμ. «Polar Bear: Ursus maritimus». globaltwitcher.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Δεκεμβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 11 Ιουλίου 2012.
- ↑ 14,0 14,1 Rigge, Simon (1980), War in the Outposts, pp. 24–25. Alexandria, Virginia: Time-Life Books.
- ↑ TNA HW 19/37~~~~
- ↑ «FOR 2010-11-19 nr 1456: Forskrift om fredning av Jan Mayen naturreservat» (στα Νορβηγικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Αυγούστου 2012. Ανακτήθηκε στις 11 Ιουλίου 2012.
- ↑ «FOR 1962-06-01 nr 01: Forskrifter om utlendingers adgang til Jan Mayen» (στα Νορβηγικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Αυγούστου 2012. Ανακτήθηκε στις 11 Ιουλίου 2012.
- ↑ «Jan Mayen island». Important Bird Areas factsheet. BirdLife International. 2013. Ανακτήθηκε στις 22 Αυγούστου 2013.
- ↑ «NORWAY - JAN MAYEN». Ανακτήθηκε στις 7 Μαΐου 2014.[νεκρός σύνδεσμος] (Απαιτείται εγγραφή)
- ↑ «Statistics: Jan Mayen, Norway». The Weather Network. Ανακτήθηκε στις 11 Ιουλίου 2012.[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ «Jan Mayen Climate Guide». Ανακτήθηκε στις 29 Μαΐου 2014.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Umbreit, Andreas (2005) Spitsbergen: Svalbard - Franz Josef Land - Jan Mayen, 3rd ed., Chalfont St. Peter : Bradt Travel Guides, ISBN 1-84162-092-0