arbo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | arbo | arboj |
αιτιατική | arbon | arbojn |
arbo (eo)
- το δέντρο
Σύνθετα
[επεξεργασία]- abrikotarbo
- ...