chromatique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kʁɔ.ma.tik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
chromatique chromatiques

chromatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό