pansement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
pansement pansements

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

pansement (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]