routing

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

routing (en)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

routing (en)

  1. δρομολόγηση
  2. (δίκτυο υπολογιστών) η δρομολόγηση ενός πακέτου (packet) από κόμβο (node) σε κόμβο

Πολυλεκτικοί όροι

[επεξεργασία]

(πληροφορική)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]