sepe

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
sepe < sep + -e

Επίρρημα

[επεξεργασία]

sepe (eo)

  1. ανά επτά, κάθε εφτά
  2. σε έβδομη θέση