εξωτερικών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]εξωτερικών
- γενική πληθυντικού του εξωτερικός
- γενική πληθυντικού του εξωτερική
- γενική πληθυντικού του εξωτερικό