Η βρωμαμίνη ή (μονο)βρωμαμίδιο (αγγλικά: bromamine) είναι είναι ανόργανηχημική ένωση, που περιέχει άζωτο, υδρογόνο και βρώμιο, με μοριακό τύποNH2Br. Μπορεί να θεωρηθεί ότι παράγεται από την αμμωνία (NH3), αν αντικατασταθεί ένα από τα άτομα υδρογόνου της από ένα άτομο βρωμίου. Ανήκει στις «αλαμίνες».
Ο όρος «βρωμαμίνη» επεκτείνεται επίσης και σε μια σειρά βρωμιωμένες ανόργανες και οργανικέςαμίνες. Πιο συγκεκριμένα, στις βρωμαμίνες ανήκουν, εκτός από τη («μητρική») βρωμαμίνη, η διβρωμαμίνη (NHBr2), το τριβρωμιούχο άζωτο (NBr3)[2], καθώς επίσης και ενώσεις των γενικών τύπων R2NBr και RNBr2, όπου τα R, που δεν είναι απαραίτητα ίδια, μπορεί να είναι μια μονοσθενής ανόργανη ή οργανική ομάδα. Επίσης, τα δυο (2) R του πρώτου τύπου (R2NBr), μπορούν να αντικατασταθούν από μια δισθενή ομάδα, σχηματίζοντας μια ετεροκυκλική ένωση.
Σε αραιό υδατικό διάλυμα, η βρωμαμίνη παράγεται με επίδραση αμμωνίας (ΝΗ3) σε υποβρωμιώδες νάτριο (NaOBr):
Το δραστικό βρωμιωτικό μέσο στην αντίδραση αυτή είναι το υποβρωμιώδες οξύ (HOBr), που παράγεται από την πρωτονίωση των υποβρωμιωδών ανιόντων του υποβρωμιώδους νατρίου.