monkey

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 04:31, 20 Απριλίου 2024 από τον Stephilippou (συζήτηση | συνεισφορές)
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
monkey monkeys

monkey (en)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

monkey (en)