track
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- track < (κληρονομημένο) μέση αγγλική trak / tracke < παλαιά γαλλική trac, αβέβαιης ετυμολογίας
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
track | tracks |
track (en)
- (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) η σιδηροτροχιά, η γραμμή
- η πίστα, κομμάτι εδάφους με ειδική επιφάνεια για να κάνουν αγώνες ή να οδηγούν άτομα, αυτοκίνητα κτλ.
- ↪ a race track - πίστα αγώνων
- ↪ a horse riding track - πίστα ιππασίας
- ↪ a motorcycle racing track - πίστα αγώνων μοτοσικλετών
- (μη μετρήσιμο, αμερικανική σημασία) η πίστα, αθλήματα σε πίστα
- ↪ track sports - αθλήματα πίστας
- το ίχνος, το χνάρι
- ↪ The tracks from the wheels were printed on the soft snow.
- Τα ίχνη των τροχών αποτυπώθηκαν πάνω στο μαλακό χιόνι.
- ↪ The tracks from the wheels were printed on the soft snow.
- ο δρόμος, το μονοπάτι
- η τροχιά
- το κομμάτι (ήχος που έχει εγγραφεί σε δίσκο)
- το μετατρόχιο
- (υλικό υπολογιστή) η άτρακτος στην επιφάνεια μαγνητικού δίσκου ενός σκληρού δίσκου
Εκφράσεις
[επεξεργασία]Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]ενεστώτας | track |
γ΄ ενικό ενεστώτα | tracks |
αόριστος | tracked |
παθητική μετοχή | tracked |
ενεργητική μετοχή | tracking |
track (en)
- (μεταβατικό και αμετάβατο) ιχνηλατώ, καταδιώκω κάποιον αναζητώντας και ακολουθώντας τα ίχνη του
- (μεταβατικό) ιχνηλατώ, παρακολουθώ τις κινήσεις κάποιου ή κάτι, ειδικά χρησιμοποιώντας ειδικό ηλεκτρονικό εξοπλισμό
- ↪ The qualified agencies track the contacts of coronavirus carriers.
- Οι αρμόδιες υπηρεσίες ιχνηλατούν τις επαφές φορέων του κορονοϊού.
- ↪ My phone is being tracked.
- Το τηλέφωνό μου παρακολουθείται.
- ↪ The qualified agencies track the contacts of coronavirus carriers.
- (μεταβατικό) παρακολουθώ την πρόοδο ή την εξέλιξη κάποιου ή κάτι
- ↪ Each transaction is then tracked by a specific customer, area, and date.
- Στη συνέχεια, κάθε συναλλαγή παρακολουθείται με έναν συγκεκριμένο πελάτη, περιοχή και ημερομηνία.
- ↪ Each transaction is then tracked by a specific customer, area, and date.
Σύνθετα
[επεξεργασία]Παράγωγα
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα παλαιά γαλλικά (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Αμερικανικές σημασίες για αγγλικούς όρους (αγγλικά)
- Υλικό υπολογιστή (αγγλικά)
- Ρήματα (αγγλικά)
- Ρήματα που κλίνονται όπως το 'ask' (αγγλικά)