Category:Ancient Greek verb forms
Jump to navigation
Jump to search
See also: Category:Ancient Greek verbs
Newest and oldest pages |
---|
Newest pages ordered by last category link update: |
Oldest pages ordered by last edit: |
Ancient Greek verbs that are inflected to display grammatical relations other than the main form.
- Category:Ancient Greek participles: Ancient Greek verbal forms that behave syntactically like adjectives (or sometimes adverbs), and in some languages are often used in compound conjugations and/or reduced relative clauses.
Pages in category "Ancient Greek verb forms"
The following 200 pages are in this category, out of 8,532 total.
(previous page) (next page)Τ
- τεθαρσήκασι
- τέθναμεν
- τεθνάμεν
- τέθνηκα
- τέθνηκε
- τέθνηκεν
- τείνειν
- τείνομαι
- τείνομεν
- τεῖρε
- τείρετο
- τείχιζε
- τειχίζει
- τειχίζειν
- τειχίζεις
- τειχίζεσθαι
- τειχίζεσθε
- τειχίζεσθον
- τειχιζέσθω
- τειχιζέσθων
- τειχίζετε
- τειχίζετον
- τειχιζέτω
- τειχιζέτων
- τειχίζῃ
- τειχίζῃς
- τειχίζητε
- τειχίζητον
- τειχίζοι
- τειχίζοιεν
- τειχιζοίμεθα
- τειχίζοιμεν
- τειχιζοίμην
- τειχίζοιμι
- τειχίζοιντο
- τειχίζοιο
- τειχίζοις
- τειχίζοισθε
- τειχιζοίσθην
- τειχίζοισθον
- τειχίζοιτε
- τειχιζοίτην
- τειχίζοιτο
- τειχίζοιτον
- τειχίζομαι
- τειχίζομεν
- τειχιζόντων
- τειχίζου
- τειχίζουσι
- τειχίζουσιν
- τειχίζωμαι
- τειχίζωμεν
- τειχίζωσι
- τειχίζωσιν
- τειχίσαι
- τειχίσασθαι
- τειχισάτω
- τέκε
- τέκεν
- τέκετο
- τεκμηριοῖ
- τεκμηριῶσαι
- τέκον
- τελέει
- τελέεσθαι
- τελέθουσι
- τελεῖται
- τελέσαι
- τελέσειε
- τελέσειεν
- τελέσσαι
- τέμνειν
- τέρπομαι
- τέρπομεν
- τέρποντο
- τέρψεις
- τέτατο
- τετέλεσται
- τετέλεστο
- τετεύχαται
- τετύκοντο
- τέτυκται
- τέτυκτο
- τετύχηκε
- τεῦξε
- τεῦχε
- τήκειν
- τίει
- τίεν
- τίετο
- τίθει
- τίθεμαι
- τιθέναι
- τίθενται
- τίθεται
- τίθετε
- τίθης
- τίθησι
- τίκτε
- τιμᾷ
- τιμᾷς
- τιμᾶτε
- τιμήσει
- τιμῶ
- τιμῶμεν
- τιμωρήσετε
- τιμωρήσονται
- τιμῶσιν
- τίσασθαι
- τίσειαν
- τιτύσκετο
- τλαίης
- τολμῶμεν
- τράγε
- τράγοι
- τρέπειν
- τρέπομαι
- τρέπομεν
- τρέπονται
- τρέφει
- τρέφομαι
- τρώγει
- τρώγομαι
- τυγχάνει
- τυγχάνειν
- τυγχάνεις
- τυγχάνετε
- τυγχάνετον
- τυγχάνομαι
- τυγχάνομεν
- τύπτε
- τύπτον
- τύψε
Υ
- ὑβρίζεσθαι
- ὑλακτῶ
- ὑμνήκασι
- ὑπανεχώρουν
- ὑπάρξει
- ὑπεγράφην
- ὑπέγραψα
- ὑπέδεκτο
- ὑπεδέξαντο
- ὑπεδέχθην
- ὑπειλήφασι
- ὑπειλήφασιν
- ὑπείπομεν
- ὑπέκρυψα
- ὑπεκφύγοι
- ὑπέμενον
- ὑπενοεῖτε
- ὑπέστη
- ὑπέσχετο
- ὑπεχώρησαν
- ὑπήκουον
- ὑπήκουσαν
- ὑπῆρχον
- ὑπογίγνομαι
- ὑπογράφει
- ὑπογράφεις
- ὑπογράφομαι
- ὑπογράφομεν
- ὑποδέξομαι
- ὑποκρύπτομαι
- ὑποκρύπτομεν
- ὑποτείνουσα
- ὑποτελεῖς
- ὑπουργεῖν
- ὑστέρησα
- ὑστερῶ
- ὕφαινε
- ὑφαιρέομαι
- ὑφελεῖν
- ὑψοῦ